Κατά της παρενόχλησης και της βίας στην εργασία στο Δημόσιο: το νέο νομικό πλαίσιο
Η πρόληψη και αντιμετώπιση της βίας και της παρενόχλησης στον χώρο εργασίας αποτελεί ζήτημα μείζονος σημασίας, ιδίως για τους φορείς του Δημοσίου, όπου απασχολείται μεγάλος αριθμός εργαζομένων με διαφορετικά καθεστώτα σχέσεων εργασίας. Με την ενσωμάτωση της Σύμβασης 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας στο εθνικό δίκαιο και την πρόσφατη κωδικοποίηση των σχετικών διατάξεων στον νέο Κώδικα Εργατικού Δικαίου (π.δ. 62/2025), διαμορφώνεται ένα συνεκτικό πλαίσιο κανόνων και διαδικασιών, που αποσκοπεί στη διασφάλιση ενός εργασιακού περιβάλλοντος απαλλαγμένου από κάθε μορφή βίας και παρενόχλησης.
Ισχύον Νομικό Πλαίσιο
Ο νόμος 4808/2021 (ΦΕΚ Α’ 101) κύρωσε τη Σύμβαση 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας «Για την εξάλειψη της βίας και παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας», υιοθετώντας μία ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων, σε θεσμικό και επιχειρησιακό επίπεδο, με σκοπό την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας και της παρενόχλησης και την καλλιέργεια κουλτούρας μηδενικής ανοχής σε τέτοιες συμπεριφορές με τους εξής τρόπους:
- Ενισχύοντας τις υποχρεώσεις πρόληψης, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης από την πλευρά όλων των εργοδοτών,
- Καθιστώντας υποχρεωτικές σχετικές πολιτικές και πολιτικές διαχείρισης καταγγελιών σε επιχειρήσεις με περισσότερους από 20 εργαζομένους,
- Θεσπίζοντας υποχρέωση του εργοδότη να αντιδράσει επί περιστατικού βίας και παρενόχλησης λαμβάνοντας μέτρα υπέρ του θιγόμενου προσώπου,
- Καθιερώνοντας μηχανισμούς παρακολούθησης των περιστατικών και ενίσχυσης των ελέγχων, και
- Προβλέποντας ειδικό πλαίσιο κυρώσεων, αλλά και δυνατότητα λήψης διοικητικών μέτρων άμεσης ισχύος σε περίπτωση κινδύνου.
Κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 4 του άρθρου 22 του ν. 4808/2021, εκδόθηκε η ΔΙΔΑΔ/Φ.64/946/οικ. 858/19.1.2023 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών (ΦΕΚ Β’ 343/26.1.2023, όπως έχει τροποποιηθεί με το ΦΕΚ Β’ 2561/19.4.2023) με θέμα «Πρόληψη και αντιμετώπιση φαινομένων βίας και παρενόχλησης στην εργασία σε φορείς του Δημοσίου».
Ήδη μετά τη θέση σε ισχύ του νέου Κώδικα Εργατικού Δικαίου με το π.δ. 62/2025 (ΦΕΚ Α’ 121/11.07.2025), οι σχετικές διατάξεις του ν. 4808/2021, όπως είχαν κωδικοποιηθεί στο π.δ. 80/2022 (Α’ 222), καταργούνται και αντικαθίστανται, από 11.07.2025, από τα άρθρα 58 - 69 του νέου Κώδικα Εργατικού Δικαίου (πρβλ. άρθρα 587 και 588 του π.δ. 62/2025), τα οποία, ωστόσο, δεν εισάγουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς το ουσιαστικό περιεχόμενο, σε σύγκριση με το προϊσχύσαν δίκαιο. Με την εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 69 του π.δ. 62/2025, προβλέπεται ότι «με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών δύνανται να ορίζονται τα αρμόδια όργανα και να εξειδικεύονται τα μέτρα, που δύνανται να ληφθούν στο πλαίσιο πρόληψης και αντιμετώπισης φαινομένων βίας και παρενόχλησης στον δημόσιο τομέα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια». Έως τον παρόντα χρόνο, δεν έχει εκδοθεί νέα υπουργική απόφαση που να καταργεί την ως άνω αναφερομένη του 2023, η οποία και εξακολουθεί να ισχύει, εξειδικεύοντας τη διαδικασία υποβολής καταγγελίας και τα μέτρα προστασίας, όπως περιγράφονται κατωτέρω (υπό Δ., Ε., ΣΤ.).
Πεδίο Εφαρμογής
Σύμφωνα με το άρθρο 59 του π.δ. 62/2025 και κατά τα ειδικότερα προβλεπόμενα σε αυτό, στο υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων κατά της παρενόχλησης και της βίας στην εργασία υπάγονται (και) οι εργαζόμενοι και οι απασχολούμενοι στον δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), ανεξάρτητα από το καθεστώς απασχόλησής τους και τη σχέση εργασίας τους. Ως εκ τούτου, συμπεριλαμβάνονται και οι απασχολούμενοι με σύμβαση έργου, ανεξαρτήτων υπηρεσιών, έμμισθης εντολής, οι απασχολούμενοι μέσω τρίτων παρόχων υπηρεσιών, καθώς και άτομα που παρακολουθούν κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένων των ασκούμενων και των μαθητευόμενων, εθελοντές, εργαζόμενοι των οποίων η σχέση εργασίας έχει λήξει, καθώς και άτομα υπό διορισμό ή πρόσληψη. Οι ανωτέρω, εφόσον θίγονται από περιστατικό βίας και παρενόχλησης σε βάρος τους, πέραν της δικαστικής προστασίας, έχουν δικαίωμα υποβολής καταγγελίας.
Ορισμοί
Με το άρθρο 60 του π.δ. 62/2025, απαγορεύεται κάθε μορφής βία και παρενόχληση που εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια της εργασίας είτε συνδέεται με αυτήν είτε προκύπτει από αυτήν, συμπεριλαμβανομένης της βίας και παρενόχλησης λόγω φύλου και της σεξουαλικής παρενόχλησης.
Ως «βία και παρενόχληση» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς, πράξεις, πρακτικές ή απειλές αυτών που αποσκοπούν, οδηγούν ή ενδέχεται να οδηγήσουν σε σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική βλάβη, είτε εκδηλώνονται μεμονωμένα είτε κατ` επανάληψη.
Ως «παρενόχληση» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς που έχουν ως σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας του προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος, ανεξαρτήτως εάν συνιστούν μορφή διάκρισης, και περιλαμβάνουν και την παρενόχληση λόγω φύλου ή για άλλους λόγους διάκρισης.
Ως «παρενόχληση λόγω φύλου» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς που συνδέονται με το φύλο ενός προσώπου, οι οποίες έχουν ως σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας του προσώπου αυτού και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος κατά το άρθρο 35 και την παρ. 2 του άρθρου 17 του π.δ. 62/2025. Οι μορφές συμπεριφοράς αυτές περιλαμβάνουν και τη σεξουαλική παρενόχληση των άρθρων 35, 36 και 44 του π.δ. 62/2025, καθώς και μορφές συμπεριφοράς που συνδέονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την έκφραση, την ταυτότητα ή τα χαρακτηριστικά φύλου του προσώπου.
Οι ανωτέρω μορφές συμπεριφοράς βίας και παρενόχλησης μπορούν να λαμβάνουν χώρα, ιδίως:
α) στον χώρο εργασίας, συμπεριλαμβανομένων δημόσιων και ιδιωτικών χώρων και χώρων όπου ο εργαζόμενος παρέχει εργασία, λαμβάνει αμοιβή, κάνει διάλειμμα ιδίως για ανάπαυση ή για φαγητό, σε χώρους ατομικής υγιεινής και φροντίδας, αποδυτηρίων ή καταλυμάτων που παρέχει ο εργοδότης.
β) στις μετακινήσεις από και προς την εργασία, τις λοιπές μετακινήσεις, τα ταξίδια, την εκπαίδευση, καθώς και τις εκδηλώσεις και τις κοινωνικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την εργασία.
γ) κατά τις επικοινωνίες που σχετίζονται με την εργασία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πραγματοποιούνται μέσω τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας.
Όργανα υποβολής καταγγελίας
Η καταγγελία μπορεί να υποβληθεί:
α) Eνώπιον του Συνηγόρου του Πολίτη ως φορέα προώθησης και εποπτείας της αρχής της ίσης μεταχείρισης, σύμφωνα με τους ν. 3896/2010 (Α’ 207) και 4443/2016 (Α’ 232):
- Ηλεκτρονικά, με τη συμπλήρωση της φόρμας καταγγελιών μέσω της πλατφόρμας και την επισύναψη των αποδεικτικών εγγράφων, καθώς και μέσω των ψηφιακών υπηρεσιών του gov.gr.
- Ταχυδρομικώς, με αποστολή στην ταχυδρομική διεύθυνση του κεντρικού κτιρίου του Συνήγορου του Πολίτη (Χαλκοκονδύλη 17, Τ.Κ. 104 32 Αθήνα).
- Αυτοπροσώπως ή δια νομίμως εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.
β) Eντός του φορέα και ειδικότερα στον Σύμβουλο Ακεραιότητας του άρθρου 23 του ν. 4795/2021 που είναι αρμόδιος για τον φορέα, στον οποίον υπηρετεί ο υπάλληλος κατά τον χρόνο εκδήλωσης του περιστατικού βίας και παρενόχλησης, εφόσον υπάρχει. Άλλως, η καταγγελία υποβάλλεται στον ανώτερο στη διοικητική ιεραρχία προϊστάμενο του φορέα με αρμοδιότητα για θέματα προσωπικού του φορέα ή εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, στον ανώτερο στη διοικητική ιεραρχία προϊστάμενο του εποπτεύοντος φορέα. Ειδικά για τους ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού οι καταγγελίες δύνανται να υποβάλλονται στον Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
γ) Ενώπιον της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, εφόσον έχει υποβληθεί καταγγελία στους αρμόδιους φορείς και πρόσωπα των ως άνω περ. α’ και β’, και δεν έχουν επιληφθεί αρμοδίως μετά το πέρας τριών μηνών από την υποβολή της καταγγελίας. Η υποβολή καταγγελίας στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας μπορεί να υποβληθεί με τους παρακάτω τρόπους:
- Ηλεκτρονικά, με τη συμπλήρωση της φόρμας καταγγελιών μέσω της πλατφόρμας και την επισύναψη των αποδεικτικών εγγράφων καθώς και μέσω των ψηφιακών υπηρεσιών του gov.gr.
- Ταχυδρομικώς, με αποστολή στην ταχυδρομική διεύθυνση του κεντρικού κτιρίου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (Λένορμαν 195 & Αμφιαράου, Τ.Κ. 104 42, Αθήνα)
- Αυτοπροσώπως ή δια νομίμως εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.
Διαδικασία Υποβολής Καταγγελίας
Οι καταγγελίες υποβάλλονται με εμπιστευτικό πρωτόκολλο και τα αρμόδια όργανα υποχρεούνται αμέσως και το αργότερο εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την παραλαβή της καταγγελίας να εξετάσουν τη βασιμότητα των ισχυρισμών της καταγγελίας και να καλέσουν ενώπιον τους για παροχή εξηγήσεων τον καταγγελλόμενο, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο, το οποίο βάσει της καταγγελίας ή των εξηγήσεων του καταγγελλόμενου έλαβε γνώση ή ήταν μάρτυρας για το περιστατικό βίας και παρενόχλησης. Στη συνέχεια και εφόσον από το πόρισμα της εξέτασης αυτής προκύψει πειθαρχική ευθύνη του καταγγελλόμενου, το πόρισμα αυτό διαβιβάζεται άμεσα και το αργότερο εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) ημερών στον αρμόδιο πειθαρχικώς προϊστάμενο του καταγγελλόμενου προσώπου για περαιτέρω ενέργειες στο πλαίσιο των πειθαρχικών αρμοδιοτήτων του. Το δε θιγόμενο πρόσωπο που υπέβαλε την καταγγελία ενημερώνεται αμελλητί από τα όργανα που επιλαμβάνονται για την εξέλιξη της εξέτασης της καταγγελίας του ή την τυχόν διαβίβασή της σε άλλο αρμόδιο όργανο ή φορέα.
Επισημαίνεται ότι για την άμεση προστασία των θιγόμενων προσώπων καθιερώνεται ο δικονομικός κανόνας περί αντιστροφής του βάρους απόδειξης: όταν ο/η θιγόμενος/η επικαλείται γεγονότα ή στοιχεία, από τα οποία πιθανολογείται η εκδήλωση περιστατικού βίας ή παρενόχλησης, ο καθ’ ου φέρει το βάρος να αποδείξει στο δικαστήριο ή ενώπιον αρμόδιας διοικητικής αρχής ότι δεν συνέτρεξαν τέτοιες περιστάσεις.
Μέτρα Προστασίας
Ο φορέας υποχρεούται να λάβει τα απαραίτητα πρόσφορα και ανάλογα μέτρα κατά περίπτωση σε βάρος του καταγγελλόμενου, προκειμένου να εμποδιστεί και να μην επαναληφθεί παρόμοιο περιστατικό ή συμπεριφορά, ακόμα και κατά το διάστημα διερεύνησης της σχετικής καταγγελίας.
Τα μέτρα αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν τη σύσταση συμμόρφωσης, τη μετακίνηση σε άλλη οργανική μονάδα, την αλλαγή του χώρου εργασίας ή την αλλαγή ωραρίου, την απομάκρυνσή του από τον χώρο εργασίας με υποχρεωτική χορήγηση κανονικής άδειας ή υπηρεσιακής άδειας αναπλήρωσης, εφόσον διαθέτει υπόλοιπο, τη διερεύνηση τυχόν πειθαρχικής ευθύνης του καταγγελλόμενου, την πειθαρχική του δίωξη και την επιβολή πειθαρχικής ποινής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή την καταγγελία της σύμβασης εργασίας ή απασχόλησης, σε όσες περιπτώσεις είναι δυνατή με βάση τη σχέση εργασίας του καταγγελλόμενου, με την επιφύλαξη της απαγόρευσης της κατάχρησης δικαιώματος του άρθρου 281 ΑΚ. Το μέτρο της μετακίνησης σε άλλη οργανική μονάδα, της αλλαγής χώρου εργασίας ή ωραρίου μπορεί να εφαρμοστεί και για το θιγόμενο πρόσωπο εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα και στην περίπτωση αυτή η Υπηρεσία υποχρεούται να εξετάσει το αίτημα αυτό κατά προτεραιότητα.
Κάθε πρόσωπο που υφίσταται περιστατικό βίας και παρενόχλησης σε βάρος του, έχει δικαίωμα να απουσιάσει δικαιολογημένα από τον εργασιακό χώρο για εύλογο χρόνο που δεν δύναται να υπερβαίνει τις τρεις (3) εργάσιμες ημέρες, χωρίς στέρηση μισθού ή άλλη δυσμενή συνέπεια, εφόσον κατά την εύλογη πεποίθησή του υφίσταται επικείμενος σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του, ιδίως, όταν ο δράστης τέτοιας συμπεριφοράς είναι ο άμεσος προϊστάμενος του προσώπου ή όταν παρά την υποβολή καταγγελίας δεν έχουν ληφθεί τα απαραίτητα και πρόσφορα μέτρα, ώστε να αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία της Υπηρεσίας, ή όταν τα μέτρα αυτά δεν είναι ικανά για να σταματήσουν τη συμπεριφορά βίας και παρενόχλησης.
Απαγορεύεται και είναι άκυρη η καταγγελία ή η με οποιονδήποτε τρόπο λύση της έννομης σχέσης στην οποία στηρίζεται η απασχόληση, καθώς και κάθε άλλη δυσμενής μεταχείριση του θιγόμενου προσώπου, εφόσον συνιστά εκδικητική συμπεριφορά λόγω μη ενδοτικότητας του εργαζομένου σε σεξουαλική ή άλλη παρενόχληση σε βάρος του, ή αντίμετρο λόγω διαμαρτυρίας, καταγγελίας, μαρτυρίας ή οποιασδήποτε άλλης ενέργειας εργαζομένου, ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης αρχής.
Πηγή: epixeiro.gr